Greek Meaning of engulfed
καταπιεί
Other Greek words related to καταπιεί
Nearest Words of engulfed
Definitions and Meaning of engulfed in English
engulfed (imp. & p. p.)
of Engulf
FAQs About the word engulfed
καταπιεί
of Engulf
πνιγμένος,πλημμυρισμένος,Υπερφορτωμένος,βυθισμένος,κατακλύζω,πλημμυρισμένος,υπερχειλισμένος,βυθισμένος,χιονοστιβάδα,έβρεξε
στραγγισμένος,αποξηραμένο,αφυδατωμένος,ξερός
engulf => καταπιείν, enguard => εν επιφυλακή, engrossment => αφοσίωση, engrossing => απορροφητικός, engrosser => αισχροκερδής,