Greek Meaning of enhance
βελτιώνω
Other Greek words related to βελτιώνω
- βελτιώνω
- βελτιώνω
- τροποποιώ
- καλύτερος
- εμπλουτίζω
- βοήθεια
- τέλειο
- εκλεπτύνω
- Αποκαθιστώ
- φάρμακο
- Αναβάθμιση
- ενισχύω
- Σωστό
- Επεξεργασία
- διορθώνω
- καλό
- λεπτορύθμιση
- οχυρώνω
- ακονίζω
- Εντατικοποιώ
- βελτιώνω
- γυάλισμα
- διορθώνω
- ενισχύω
- Μεταρρύθμιση
- ανακαινίζω (anakainízo)
- αποκαθιστώ
- ενισχύω
- ανακαίνιση
- αναθεωρώ
- επαναεργασία
- ενισχύω
Nearest Words of enhance
Definitions and Meaning of enhance in English
enhance (v)
increase
make better or more attractive
enhance (v. t.)
To raise or lift up; to exalt.
To advance; to augment; to increase; to heighten; to make more costly or attractive; as, to enhance the price of commodities; to enhance beauty or kindness; hence, also, to render more heinous; to aggravate; as, to enhance crime.
enhance (v. i.)
To be raised up; to grow larger; as, a debt enhances rapidly by compound interest.
FAQs About the word enhance
βελτιώνω
increase, make better or more attractiveTo raise or lift up; to exalt., To advance; to augment; to increase; to heighten; to make more costly or attractive; as,
βελτιώνω,βελτιώνω,τροποποιώ,καλύτερος,εμπλουτίζω,βοήθεια,τέλειο,εκλεπτύνω,Αποκαθιστώ,φάρμακο
ζημιά,βλάβη,πόνος,βλάπτω,τραυματίζω,μειώνω,χαλάω,μαυρίζω,ακυρώνω,χειροτερεύει
enhalo => άλως, engyn => κινητήρας, engulfment => κατάσχεση, engulfing => Καταπιείτε, engulfed => καταπιεί,