Greek Meaning of blistering
Πρησμένος
Other Greek words related to Πρησμένος
- βαθύς
- Άγριος
- άγριος
- θυμωμένος
- έντονο
- εντατικός
- φοβερός
- οξύς
- φοβερός
- οδυνηρός
- εξαίσιος
- φοβισμένος
- φοβερός
- τρομερός
- φρικτός
- σκληρός
- βαρύς
- βαρύς
- ενισχυμένο
- εντατικοποιημένος
- βαθύς
- βίαιη
- κακός
- επονείδιστος
- τονισμένη
- επιβαρυντική
- παντοδύναμος
- συμπυκνωμένος
- deepened
- βελτιωμένο
- εξαντλητικός
- σκληρός
- απότομος
- Μεγεθυσμένη
- αυστηρός
- σοβαρός
- αγχωμένος
- εμπεριστατωμένος
Nearest Words of blistering
Definitions and Meaning of blistering in English
blistering (n)
the formation of vesicles in or beneath the skin
blistering (s)
harsh or corrosive in tone
hot enough to raise (or as if to raise) blisters
very fast; capable of quick response and great speed
blistering (p. pr. & vb. n.)
of Blister
FAQs About the word blistering
Πρησμένος
the formation of vesicles in or beneath the skin, harsh or corrosive in tone, hot enough to raise (or as if to raise) blisters, very fast; capable of quick resp
βαθύς,Άγριος,άγριος,θυμωμένος,έντονο,εντατικός,φοβερός,οξύς,φοβερός,οδυνηρός
Ασθενής,φως,μέτριος,μαλακός,Αδύναμος,μειωμένος,ανακουφισμένος,κατάλληλος,ρηχό,επιφανειακός
blistered => φουσκωμένος, blister rust => Φουσκωτή σκουριά, blister pack => Μπλίστερ συσκευασία, blister copper => Φουσκαλιά, blister blight => Φουσκάλα,