Greek Meaning of decreased
μειωμένος
Other Greek words related to μειωμένος
Nearest Words of decreased
Definitions and Meaning of decreased in English
decreased (a)
made less in size or amount or degree
decreased (imp. & p. p.)
of Decrease
FAQs About the word decreased
μειωμένος
made less in size or amount or degreeof Decrease
καταθλιπτικός,έπεσε,κάτω από,νοκντάουν,υποχώρησε,κάτω,Χαμηλός
Υψηλός,ενισχυμένο,υψηλός,αυξημένος,μέγιστο,ανυψωμένο,πάνω,κλιμακωθείς,ακραίο,γεμάτος
decrease => Μείωση, decoy-men => καμουφλαρισμένοι άνδρες, decoy-man => δόλωμα, decoying => δέλεαρ, decoyer => δόλωμα,