Greek Meaning of maximum
μέγιστο
Other Greek words related to μέγιστο
Nearest Words of maximum
- maximizing => μεγιστοποίηση
- maximize => Μεγιστοποιώ
- maximization => μεγιστοποίηση
- maximising => μεγιστοποίηση
- maximise => μεγιστοποιώ
- maximisation => μεγιστοποίηση
- maximilien paul emile littre => Maximilien Paul Émile Littré
- maximilian's sunflower => Ηλίανθος ο μαξιμιλιανός
- maximilian => Μαξιμιλιανός
- maximian => Μαξιμιανός
- maximum and minimum thermometer => Θερμόμετρο μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας
- maxmilien de bethune => Μάξιμιλιέν ντε Μπεθύν
- maxmillien marie isidore de robespierre => Μαξιμιλιάν Μαρί Ισιντόρ ντε Ροβεσπιέρ
- maxostoma => μαξόστομα
- maxwell => μέγιστο
- maxwell anderson => Μάξγουελ Άντερσον
- maxwell-boltzmann distribution law => Νόμος κατανομής Maxwell-Boltzmann
- maxwell's demon => Δαίμονας του Μάξγουελ
- maxwell's equations => Εξισώσεις του Μάξγουελ
- maxzide => Μαξζάιντ
Definitions and Meaning of maximum in English
maximum (n)
the largest possible quantity
the greatest possible degree
the point on a curve where the tangent changes from positive on the left to negative on the right
maximum (a)
the greatest or most complete or best possible
maximum (n.)
The greatest quantity or value attainable in a given case; or, the greatest value attained by a quantity which first increases and then begins to decrease; the highest point or degree; -- opposed to minimum.
maximum (a.)
Greatest in quantity or highest in degree attainable or attained; as, a maximum consumption of fuel; maximum pressure; maximum heat.
FAQs About the word maximum
μέγιστο
the largest possible quantity, the greatest possible degree, the point on a curve where the tangent changes from positive on the left to negative on the right,
μέγιστο,τα περισσότερα,απόλυτος,Ακρότατο,μεγαλύτερος,μεγαλύτερος,τελευταίο,ν-οστός,έξω,Ανώτατος
λιγότερο,ελάχιστος,ελάχιστος,ελάχιστο,ο χαμηλότερος,μικρότερος,μικρότερος,ελάχιστος,ο ελάχιστος
maximizing => μεγιστοποίηση, maximize => Μεγιστοποιώ, maximization => μεγιστοποίηση, maximising => μεγιστοποίηση, maximise => μεγιστοποιώ,