Greek Meaning of least
λιγότερο
Other Greek words related to λιγότερο
- ο χαμηλότερος
- απλό
- ελάχιστος
- μικρότερος
- ελάχιστο
- Γυμνός
- σκελετός
- ανεπαρκής
- Ανεπαρκής
- έλλειψη
- κοντός
- ελαφρύ
- μικρός
- λεπτός
- άγονο
- ανεπαρκής
- ασήμαντος
- στείρος
- πενιχρός
- ισχνός
- φτωχός
- αραιός
- Ελάχιστος
- σπάνιος
- σφίγγω
- φτωχός
- λεπτή
- εφεδρικό
- οικονομικός
- αραιός
- στείρος
- τσιγκούνης
- άκαρπος
- μη παραγωγικός
- θέλοντας
Nearest Words of least
- least bittern => Μικροτσικνιάς
- least common multiple => Ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο
- least effort => ελάχιστη προσπάθεια
- least of all => λιγότερο απ' όλα
- least resistance => ελάχιστη αντίσταση
- least sandpiper => Μικρή αλκυόνη
- least shrew => Μικρά σκαντζόχοιρος
- least squares => Ελάχιστα τετράγωνα
- leastways => Τουλάχιστον
- leastwise => τουλάχιστον
Definitions and Meaning of least in English
least (n)
something that is of no importance
least (a)
the superlative of `little' that can be used with mass nouns and is usually preceded by `the'; a quantifier meaning smallest in amount or extent or degree
least (r)
used to form the superlative
least (a.)
Smallest, either in size or degree; shortest; lowest; most unimportant; as, the least insect; the least mercy; the least space.
least (adv.)
In the smallest or lowest degree; in a degree below all others; as, to reward those who least deserve it.
least (conj.)
See Lest, conj.
FAQs About the word least
λιγότερο
something that is of no importance, the superlative of `little' that can be used with mass nouns and is usually preceded by `the'; a quantifier meaning smallest
ο χαμηλότερος,απλό,ελάχιστος,μικρότερος,ελάχιστο,Γυμνός,σκελετός,ανεπαρκής,Ανεπαρκής,έλλειψη
άφθονος,επαρκής,άφθονος,άφθονος,άφθονος,αρκετά,γενναιόδωρος,φιλελεύθερος,άφθονο,ικανοποιητικός
leasow => λιβάδι, leasing => χρηματοδοτική μίσθωση, leashing => λουριά, leashed => Δεμένος, leash => λουρί,