Greek Meaning of scarce
σπάνιος
Other Greek words related to σπάνιος
- φτωχός
- αραιός
- ανεπαρκής
- ασήμαντος
- ανεπαρκής
- Ανεπαρκής
- έλλειψη
- φως
- ο χαμηλότερος
- πενιχρός
- ισχνός
- απλό
- ελάχιστος
- φειδωλός
- αραιός
- Ελάχιστος
- κοντός
- φτωχός
- λεπτή
- μικρός
- εφεδρικό
- οικονομικός
- τσιγκούνης
- Γυμνός
- σκελετός
- άγονο
- από το χέρι στο στόμα
- λιγότερο
- σφίγγω
- ελαφρύ
- αδύνατος
- στείρος
- λεπτός
- άκαρπος
- μη παραγωγικός
- θέλοντας
- μικρότερος
- ελάχιστο
- Σπάνιος σαν το σαφράν
Nearest Words of scarce
Definitions and Meaning of scarce in English
scarce (a)
deficient in quantity or number compared with the demand
scarce (r)
only a very short time before
almost not
scarce (superl.)
Not plentiful or abundant; in small quantity in proportion to the demand; not easily to be procured; rare; uncommon.
Scantily supplied (with); deficient (in); -- with of.
Sparing; frugal; parsimonious; stingy.
scarce (adv.)
Alt. of Scarcely
FAQs About the word scarce
σπάνιος
deficient in quantity or number compared with the demand, only a very short time before, almost notNot plentiful or abundant; in small quantity in proportion to
φτωχός,αραιός,ανεπαρκής,ασήμαντος,ανεπαρκής,Ανεπαρκής,έλλειψη,φως,ο χαμηλότερος,πενιχρός
άφθονος,επαρκής,άφθονος,άφθονος,άφθονος,αρκετά,γενναιόδωρος,φιλελεύθερος,άφθονο,πλούσιος
scaramouche => Σκαραμούς, scaraboid => Σκαραβαίος, scarabee => σκαραβαίος, scarabaeus sacer => Ιερός σκαραβαίος, scarabaeus => σκαραβαίος,