Greek Meaning of bursting

έκρηξη

Other Greek words related to έκρηξη

Definitions and Meaning of bursting in English

Webster

bursting (p. pr. & vb. n.)

of Burst

FAQs About the word bursting

έκρηξη

of Burst

γεμάτο,γεμάτο,γεμάτος,γεμάτος,μαρμελάδα,φορτωμένο,συσκευασμένο,Γεμιστό,γέματος,υπερχειλής

Γυμνός,κενό,απαλλαγμένος,άδειος,ανεπαρκής,Ανεπαρκής,κοντός,σκληρός,ελεύθερος,κενός

burster => εκρηκτική, bursten => κουρασμένος, burst upon => εξερράγη, burst out => ξεσπά, burst in on => εφορμώ,