Greek Meaning of packed

συσκευασμένο

Other Greek words related to συσκευασμένο

Definitions and Meaning of packed in English

Wordnet

packed (s)

extremely crowed or filled to capacity

pressed together or compressed

Webster

packed (imp. & p. p.)

of Pack

FAQs About the word packed

συσκευασμένο

extremely crowed or filled to capacity, pressed together or compressedof Pack

έκρηξη,γεμάτο,γεμάτο,γεμάτος,γεμάτος,μαρμελάδα,φορτωμένο,Γεμιστό,γέματος,υπερχειλής

Γυμνός,κενό,απαλλαγμένος,άδειος,ανεπαρκής,Ανεπαρκής,κοντός,ελεύθερος,κενός,ανεπαρκής

packaging concern => Ανησυχίες για τη συσκευασία, packaging company => Εταιρεία συσκευασίας, packaging => Συσκευασία, packaged goods => Συσκευασμένα είδη, packaged => Συσκευασμένο,