FAQs About the word packaged

Συσκευασμένο

enclosed in a package or protective covering

No synonyms found.

No antonyms found.

package tour => πακέτο διακοπών, package store => Κατάστημα πώλησης αλκοόλ, package holiday => οργανωμένο ταξίδι, package => πακέτο, packable => Συσκευάσιμος,