Greek Meaning of leashed
Δεμένος
Other Greek words related to Δεμένος
Nearest Words of leashed
- leashing => λουριά
- leasing => χρηματοδοτική μίσθωση
- leasow => λιβάδι
- least => λιγότερο
- least bittern => Μικροτσικνιάς
- least common multiple => Ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο
- least effort => ελάχιστη προσπάθεια
- least of all => λιγότερο απ' όλα
- least resistance => ελάχιστη αντίσταση
- least sandpiper => Μικρή αλκυόνη
Definitions and Meaning of leashed in English
leashed (imp. & p. p.)
of Leash
FAQs About the word leashed
Δεμένος
of Leash
φυλακισμένος,αλυσοδεμένο,επισυνάπτεται,Φυλακισμένος,επισυναπτόμενο,αγκυροβολημένος,μπουλονάρω,δεμένος,πιάστηκε,περιορισμένος
δραπέτευσε,δωρεάν,χαλαρός,ελεύθερος,ανεμπόδιστη,ανεξέλεγκτος,ανέμελος,απεριόριστος,απελευθερωμένος,ελεύθερος
leash => λουρί, leaser => εκμισθωτής, lease-lend => Δανεισμός-εκμίσθωση, leaseholder => Ενοικιαστής, leasehold => μίσθωση,