Greek Meaning of restrained

συγκρατημένος

Other Greek words related to συγκρατημένος

Definitions and Meaning of restrained in English

Wordnet

restrained (s)

cool and formal in manner

marked by avoidance of extravagance or extremes

not showy or obtrusive

prudent

Wordnet

restrained (a)

under restraint

Webster

restrained (imp. & p. p.)

of Restrain

FAQs About the word restrained

συγκρατημένος

cool and formal in manner, under restraint, marked by avoidance of extravagance or extremes, not showy or obtrusive, prudentof Restrain

συντηρητικός,αглуτισμένος,ήσυχος,καταπιεσμένος,ήρεμος,υποτονικός,κατάλληλος,κατάλληλος,χαριτωμένος,όμορφος

εντυπωσιακός,φλεγόμενος,χτυπητός,φανταχτερός,φανταχτερός,δυνατός,θορυβώδης,επιδεικτικός,πιτσιλίσματος,καλοντυμένος

restrainable => Εγκρατής, restrain => Αναχαιτίζω, restoring => Αποκατάσταση, restorer => Αποκαταστάτης, restorement => αποκατάσταση,