Greek Meaning of restrained
συγκρατημένος
Other Greek words related to συγκρατημένος
- συντηρητικός
- αглуτισμένος
- ήσυχος
- καταπιεσμένος
- ήρεμος
- υποτονικός
- κατάλληλος
- κατάλληλος
- χαριτωμένος
- όμορφος
- διακριτικός
- διακριτικός
- σεμνός
- απλός
- κατάλληλος
- απλός
- νηφάλιος
- κατάλληλος
- ανεπιτήδευτος
- πιο ήπιος
- διακριτικός
- γινόμενος
- μονότονο
- κατάλληλο
- διακριτικός
- Πρακτικός
- εκλεπτυσμένος
- ε разумный
- Γεύση
- άκοσμος
- Ανέγγιχτο
- απαρατήρητος
- Διακριτικός
- εντυπωσιακός
- φλεγόμενος
- χτυπητός
- φανταχτερός
- φανταχτερός
- δυνατός
- θορυβώδης
- επιδεικτικός
- πιτσιλίσματος
- καλοντυμένος
- σικ
- λαμπερό
- μπαρόκ
- φανταχτερός
- φρου φρου
- επιχρυσωμένος
- επιχρυσωμένο
- άχαρος
- άκομψος
- επιδεικτικός
- περίτεχνος
- υπερβολικός
- razzle-dazzle
- Ροκοκό
- κολλώδης
- άνοστος
- φανταχτερός
- χυδαίος
- χυδαίος
- υπερβολικός
- Υπερβολικά διακοσμημένο
Nearest Words of restrained
Definitions and Meaning of restrained in English
restrained (s)
cool and formal in manner
marked by avoidance of extravagance or extremes
not showy or obtrusive
prudent
restrained (a)
under restraint
restrained (imp. & p. p.)
of Restrain
FAQs About the word restrained
συγκρατημένος
cool and formal in manner, under restraint, marked by avoidance of extravagance or extremes, not showy or obtrusive, prudentof Restrain
συντηρητικός,αглуτισμένος,ήσυχος,καταπιεσμένος,ήρεμος,υποτονικός,κατάλληλος,κατάλληλος,χαριτωμένος,όμορφος
εντυπωσιακός,φλεγόμενος,χτυπητός,φανταχτερός,φανταχτερός,δυνατός,θορυβώδης,επιδεικτικός,πιτσιλίσματος,καλοντυμένος
restrainable => Εγκρατής, restrain => Αναχαιτίζω, restoring => Αποκατάσταση, restorer => Αποκαταστάτης, restorement => αποκατάσταση,