Greek Meaning of swanky

σικ

Other Greek words related to σικ

Definitions and Meaning of swanky in English

Wordnet

swanky (s)

imposingly fashionable and elegant

FAQs About the word swanky

σικ

imposingly fashionable and elegant

Κόσμημα,διακόσμηση,σάλτσα,φανφάρα,επίδειξη,φλας,επιδειξιομανία,Χυδαιότητα,κιτς,λάμψη

λιτότητα,κομψότητα,εγκράτεια,σεμνότητα,απλότητα,συγκράτηση,βαρύτητα,Απλότητα,_μείωση_,Συντηρητισμός

swank => καλοντυμένος, swan-flower => κύκνος-λουλούδι, swanflower => κυκνόασπρος, swan song => Κύκνειο Άσμα, swan river everlasting => Swan river everlasting,