Greek Meaning of ostentation
Επίδειξη
Other Greek words related to Επίδειξη
- διακόσμηση
- επίδειξη
- επιδειξιομανία
- Χυδαιότητα
- κιτς
- λάμψη
- πολυτέλεια
- χλιδή
- διακόσμηση
- Επίδειξη
- επισημότητα
- προσποίηση
- Επίδειξη
- θέαμα
- καλοντυμένος
- Κόσμημα
- σάλτσα
- Σπατάλη
- φανφάρα
- φλας
- μιμοδράμα
- λαμπρότητα
- επισημότητα
- παρέλαση
- Πρόφαση
- Πρόφαση
- Θάμβος
- διακόσμηση
- υπερβολή
- Δέσμευση, Παρακράτηση
- μεγαλοπρέπεια
- καλλιστεία
- razzle-dazzle
- ραζματάζ
- πλούτος
- Δείχνω
- πολυτέλεια
- φανταχτερός
- Κοπή
- χυδαιότητα
- λάμψη
- πολυτέλεια
- φασαρία
Nearest Words of ostentation
Definitions and Meaning of ostentation in English
ostentation (n)
a gaudy outward display
lack of elegance as a consequence of being pompous and puffed up with vanity
pretentious or showy or vulgar display
ostentation (n.)
The act of ostentating or of making an ambitious display; unnecessary show; pretentious parade; -- usually in a detractive sense.
A show or spectacle.
FAQs About the word ostentation
Επίδειξη
a gaudy outward display, lack of elegance as a consequence of being pompous and puffed up with vanity, pretentious or showy or vulgar displayThe act of ostentat
διακόσμηση,επίδειξη,επιδειξιομανία,Χυδαιότητα,κιτς,λάμψη,πολυτέλεια,χλιδή,διακόσμηση,Επίδειξη
λιτότητα,κομψότητα,εγκράτεια,σεμνότητα,απλότητα,συγκράτηση,βαρύτητα,Απλότητα,_μείωση_,Συντηρητισμός
ostentate => επιδεικνύω, ostent => Επιδεικνύω, ostensory => δισκοπότηρο, ostensorium => οστράκιον, ostensively => φαινομενικά,