Greek Meaning of ostensively
φαινομενικά
Other Greek words related to φαινομενικά
- φαινομενικά
- προφανώς
- φαινομενικά
- πιθανώς
- φαινομενικά
- υποτίθεται
- σαφώς
- πιθανός
- ίσως
- φανερά
- στην επιφάνεια
- ίσως
- πιθανότατα
- υποτιθέμενα
- ορατά
- φερόμενος
- πιθανώς
- σίγουρα
- αξιόπιστα
- Πιθανώς
- αξιόπιστα
- σαφώς
- εξωτερικά
- προφανώς
- εξωτερικά
- θετικά
- πιθανόν
- πιθανότατα
- δήθεν
- υποτίθεται
- φέρεται
- τάχα
- παραδόξως
- σίγουρα
Nearest Words of ostensively
Definitions and Meaning of ostensively in English
ostensively (adv.)
In an ostensive manner.
FAQs About the word ostensively
φαινομενικά
In an ostensive manner.
φαινομενικά,προφανώς,φαινομενικά,πιθανώς,φαινομενικά,υποτίθεται,σαφώς,πιθανός,ίσως,φανερά
αδύνατο,απίθανα,απίστευτα,απίθανα
ostensive definition => Ορισμός με παράδειγμα, ostensive => φανερός, ostension => επίδειξη, ostensibly => φαινομενικά, ostensible => Φαινομενικός,