Greek Meaning of plainness
απλότητα
Other Greek words related to απλότητα
- ειλικρίνεια
- Ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ειλικρίνεια
- ευθύτητα
- ειλικρίνεια
- σοβαρότητα
- αφέλεια
- αφέλεια
- ειλικρίνεια
- ανοιχτότητα
- ειλικρίνεια
- παχουλότητα
- Απλότητα
- απερισκεψία
- ακύρωση κράτησης
- ειλικρίνεια
- αφέλεια
- επικοινωνιακότητα
- ελευθερία
- γνησιότητα
- άδεια
- αφέλεια
- ειλικρίνεια
- Νηφαλιότητα
- Έλλειψη συγκράτησης
- απλοϊκότητα
Nearest Words of plainness
- plains indian => Ινδιάνοι των πεδιάδων
- plains lemon monarda => Μοναρδα η συριστη
- plains pocket gopher => Ο θυλακομύς των πεδιάδων
- plains pocket mouse => Ποντικός με τσέπες
- plains spadefoot => Φτυαροπόδης των πεδιάδων
- plainsman => πεδινός
- plainsong => ψαλμωδία
- plainspoken => ειλικρινής
- plain-spoken => ειλικρινής
- plaint => μήνυση
Definitions and Meaning of plainness in English
plainness (n)
the state of being unmixed with other material
clarity as a consequence of being perspicuous
the appearance of being plain and unpretentious
an appearance that is not attractive or beautiful
plainness (n.)
The quality or state of being plain.
FAQs About the word plainness
απλότητα
the state of being unmixed with other material, clarity as a consequence of being perspicuous, the appearance of being plain and unpretentious, an appearance th
ειλικρίνεια,Ειλικρίνεια,ειλικρίνεια ,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ειλικρίνεια,ευθύτητα,ειλικρίνεια,σοβαρότητα
προσποιούμενος,εξαπάτηση,αποφυγή,έμμεσότητα,Αναστολή,συγκράτηση,εχεμύθεια,μυστικότητα,δειλία,Περιστροφή
plainly => προφανώς, plain-laid => μονόχρωμος, plaining => πλάνισμα, plain-hearted => καλόκαρδος, plained => εξηγημένη,