Greek Meaning of unrestraint

Έλλειψη συγκράτησης

Other Greek words related to Έλλειψη συγκράτησης

Definitions and Meaning of unrestraint in English

Wordnet

unrestraint (n)

the quality of lacking restraint

Webster

unrestraint (n.)

Freedom from restraint; freedom; liberty; license.

FAQs About the word unrestraint

Έλλειψη συγκράτησης

the quality of lacking restraintFreedom from restraint; freedom; liberty; license.

εγκαταλείπω,εγκατάλειψη,Φυσικότητα,ευκολία,ενθουσιασμός,υπερβολή,Θέρμη,Ξενοιασιά,πνεύμα,Σποντανεϊκότητα

περιορισμός,Ντροπή,Αναστολή,συγκράτηση,εχεμύθεια,καταστολή,ανησυχία,Πειθαρχία,Διακριτικότητα,καταστολή

unrestrainedly => ανεξέλεγκτα, unrestrained => ανεξέλεγκτος, unrested => ανήσυχος, unrest => αναταραχές, unresponsiveness => Ανεπάρκεια,