Greek Meaning of incontinence
Ακράτεια
Other Greek words related to Ακράτεια
- ανεπιτήδευτο
- περίσσεια
- υπερβολή
- ελεύθερο χέρι
- Απληστία
- επιείκεια
- ασυδοσία
- ακολασία
- επιτρεπτικότητα
- ασέλγεια
- αγριότητα
- Λευκή επιταγή
- απροσεξία
- carte blanche
- υπερβολή
- Θέρμη
- απροσεξία
- Αφέλεια
- απροσεξία
- Απροσεξία
- απερισκεψία
- απερισκεψία
- Έλλειψη συγκράτησης
- ζήλος
- παρορμητικότητα
- αδιαφορία
- εγκαταλείπω
- εγκατάλειψη
- Ζήλος
- ευκολία
- ενθουσιασμός
- Ξενοιασιά
- Φυσικότητα
- πνεύμα
- Σποντανεϊκότητα
- αυθορμητισμός
- απεριόριστος
- θερμότητα
- φανατισμός
- Ανεξέλεγκτο
- ασυνειδησία
- Ζήλος
Nearest Words of incontinence
- incontinency => Ακράτεια
- incontinent => ακρατής
- incontinently => αμέσως
- incontrollable => ανεξέλεγκτος
- incontrovertibility => αναμφισβήτητο
- incontrovertible => αδιαμφισβήτητο
- incontrovertibleness => αναντίρρητος
- incontrovertibly => αναντίρρητα
- inconvenience => Ενόχληση
- inconvenience oneself => Να δημιουργήσετε δυσκολίες στον εαυτό σας
Definitions and Meaning of incontinence in English
incontinence (n)
involuntary urination or defecation
indiscipline with regard to sensuous pleasures
incontinence (n.)
Alt. of Incontinency
FAQs About the word incontinence
Ακράτεια
involuntary urination or defecation, indiscipline with regard to sensuous pleasuresAlt. of Incontinency
ανεπιτήδευτο,περίσσεια,υπερβολή,ελεύθερο χέρι,Απληστία,επιείκεια,ασυδοσία,ακολασία,επιτρεπτικότητα,ασέλγεια
περιορισμός,Ντροπή,Αναστολή,καταστολή,συγκράτηση,εχεμύθεια,καταστολή,ανησυχία,προσοχή,Πειθαρχία
incontiguous => μη συνεχόμενος, incontestible => αδιαμφισβήτητος, incontested => αδιαμφισβήτητος, incontestable => αναμφισβήτητος, incontestability => αναντίρρητος,