Greek Meaning of spontaneity
Σποντανεϊκότητα
Other Greek words related to Σποντανεϊκότητα
- εγκαταλείπω
- εγκατάλειψη
- ενθουσιασμός
- Φυσικότητα
- ευκολία
- υπερβολή
- Αφέλεια
- Ξενοιασιά
- πνεύμα
- αυθορμητισμός
- απεριόριστος
- Έλλειψη συγκράτησης
- θερμότητα
- ζήλος
- Ανεξέλεγκτο
- Ζήλος
- απροσεξία
- ανεπιτήδευτο
- περίσσεια
- υπερβολή
- Θέρμη
- ελεύθερο χέρι
- απροσεξία
- Ακράτεια
- απροσεξία
- επιείκεια
- Απροσεξία
- ασυδοσία
- ακολασία
- επιτρεπτικότητα
- απερισκεψία
- απερισκεψία
- ασέλγεια
- αγριότητα
- φανατισμός
- παρορμητικότητα
- αδιαφορία
- Ζήλος
Nearest Words of spontaneity
Definitions and Meaning of spontaneity in English
spontaneity (n)
the quality of being spontaneous and coming from natural feelings without constraint
FAQs About the word spontaneity
Σποντανεϊκότητα
the quality of being spontaneous and coming from natural feelings without constraint
εγκαταλείπω,εγκατάλειψη,ενθουσιασμός,Φυσικότητα,ευκολία,υπερβολή,Αφέλεια,Ξενοιασιά,πνεύμα,αυθορμητισμός
περιορισμός,Ντροπή,Αναστολή,καταστολή,εφεδρεία,συγκράτηση,εχεμύθεια,καταστολή,ανησυχία,προσοχή
sponsorship => χορηγία, sponsor => χορηγός, spongy => σπογγώδης, spongioblastoma => σπογγιοβλάστωμα, spongioblast => Σπογγιοβλάστη,