Greek Meaning of lightheartedness
Ξενοιασιά
Other Greek words related to Ξενοιασιά
- εγκαταλείπω
- εγκατάλειψη
- ενθουσιασμός
- Φυσικότητα
- πνεύμα
- Σποντανεϊκότητα
- θερμότητα
- ζήλος
- απροσεξία
- ευκολία
- υπερβολή
- Θέρμη
- Απροσεξία
- απερισκεψία
- αυθορμητισμός
- απεριόριστος
- Έλλειψη συγκράτησης
- Ανεξέλεγκτο
- Ζήλος
- carte blanche
- ανεπιτήδευτο
- περίσσεια
- υπερβολή
- ελεύθερο χέρι
- απροσεξία
- Αφέλεια
- Ακράτεια
- απροσεξία
- επιείκεια
- ασυδοσία
- ακολασία
- επιτρεπτικότητα
- απερισκεψία
- ασέλγεια
- αγριότητα
- φανατισμός
- παρορμητικότητα
- αδιαφορία
- ασυνειδησία
- Ζήλος
Nearest Words of lightheartedness
- light-heeled => ελαφροπόδαρος
- lighthorse harry lee => Λάιτχορς Χάρι Λι
- light-horseman => ελαφρύς ιππέας
- lighthouse => Φάρος
- lighthouse keeper => Φύλακας φάρου
- lighthouses => φάροι
- lighting => Φωτισμός
- lighting circuit => κύκλωμα φωτισμού
- lighting fixture => φωτιστικό
- lighting industry => Βιομηχανία φωτισμού
Definitions and Meaning of lightheartedness in English
lightheartedness (n)
the cheerful feeling you have when nothing is troubling you
FAQs About the word lightheartedness
Ξενοιασιά
the cheerful feeling you have when nothing is troubling you
εγκαταλείπω,εγκατάλειψη,ενθουσιασμός,Φυσικότητα,πνεύμα,Σποντανεϊκότητα,θερμότητα,ζήλος,απροσεξία,ευκολία
περιορισμός,Ντροπή,εφεδρεία,συγκράτηση,εχεμύθεια,καταστολή,ανησυχία,προσοχή,Πειθαρχία,Διακριτικότητα
light-heartedly => ανέμελα, light-hearted => ανέμελος, lighthearted => ανέμελος, lightheadedness => Ζάλη, light-headedly => Επιπόλαια,