Greek Meaning of garish

φανταχτερός

Other Greek words related to φανταχτερός

Definitions and Meaning of garish in English

Wordnet

garish (s)

tastelessly showy

Webster

garish (a.)

Showy; dazzling; ostentatious; attracting or exciting attention.

Gay to extravagance; flighty.

FAQs About the word garish

φανταχτερός

tastelessly showyShowy; dazzling; ostentatious; attracting or exciting attention., Gay to extravagance; flighty.

φανταχτερός,δυνατός,θορυβώδης,φωτεινό,υπερβολικός,εξωφρενικός,φανταχτερός,εντυπωσιακός,φλεγόμενος,χτυπητός

κατάλληλος,συντηρητικός,κατάλληλος,αглуτισμένος,κατάλληλος,ήσυχος,ήρεμος,υποτονικός,κομψός,χαριτωμένος

garibaldi => γαριβάλντι, gari => γκάρι, gargyle => γκροτέσκο, gargoylism => Γκαργκοϊλισμός, gargoyle => γκροτέσκο,