Greek Meaning of spectacular
Θεαματικός
Other Greek words related to Θεαματικός
- αραβουργία
- μπαρόκ
- εξωφρενικός
- εντυπωσιακός
- χτυπητός
- φανταχτερός
- φανταχτερός
- δυνατός
- επιδεικτικός
- Ροκοκό
- επιδεικτικός
- πιτσιλίσματος
- σικ
- φανταχτερός
- λαμπερό
- στολισμένος
- ντυμένος
- διακοσμημένος
- ντυμένος
- περίτεχνος
- βελτιωμένο
- εμπλουτισμένο
- ακραίο
- ανθηρός
- Μελόψωμο
- εντατικοποιημένος
- δαντελένιος
- διακοσμημένο
- περίτεχνος
- υπερβολικός
- επιτηδευμένος
- καλοντυμένος
- κομμένος
- σαν μελόψωμο
- Υπερβολικά διακοσμημένο
- παρατεταγμένοι
- ομορφωμένο
- λαδωμένος
- στολισμένος
- στολισμένος με κοσμήματα
- στολισμένος με κοσμήματα
- κυνηγημένος
- διακοσμημένο
- διακοσμημένο
- ανάγλυφο
- κεντημένος
- ανθισμένος
- φρου φρου
- Φραγκοί
- επιλεκτικός
- στεφανωμένος
- γαρνιρισμένο
- επιχρυσωμένος
- επιχρυσωμένο
- ενισχυμένο
- δεμένο
- με παγιέτες
- στεφανωμένος
- Στολισμένος
- τζιντζερόψωμο
- με παγιέτες
Nearest Words of spectacular
Definitions and Meaning of spectacular in English
spectacular (n)
a lavishly produced performance
spectacular (s)
sensational in appearance or thrilling in effect
characteristic of spectacles or drama
having a quality that thrusts itself into attention
FAQs About the word spectacular
Θεαματικός
a lavishly produced performance, sensational in appearance or thrilling in effect, characteristic of spectacles or drama, having a quality that thrusts itself i
αραβουργία,μπαρόκ ,εξωφρενικός,εντυπωσιακός,χτυπητός,φανταχτερός,φανταχτερός,δυνατός,επιδεικτικός,Ροκοκό
αυστηρός,σεμνός,απλός,σοβαρός,απλός,σκληρός,άκοσμος,Γυμνός,συντηρητικός,εκτεθειμένο
spectacles => γυαλιά, spectacled caiman => Φακοκέφαλος κροκόδειλος, spectacled => γυαλιστερό φίδι, spectacle => θέαμα, specs => Προδιαγραφές,