Greek Meaning of spectacularly

Θεαματικά

Other Greek words related to Θεαματικά

Definitions and Meaning of spectacularly in English

Wordnet

spectacularly (r)

in a spectacular manner

FAQs About the word spectacularly

Θεαματικά

in a spectacular manner

υπέροχα,πλούσια,υπέροχα,εντυπωσιακός,οφθαλμοφανής,τολμηρά,επιδεικτικά,κραυγαλέα,φανταχτερά,δυνατός

Ανιαρά,άτονα,θαμπό,διακριτικά,μετριοπαθώς,ήσυχα,απλά,διακριτικά,αγνά,άχρωμα

spectacular => Θεαματικός, spectacles => γυαλιά, spectacled caiman => Φακοκέφαλος κροκόδειλος, spectacled => γυαλιστερό φίδι, spectacle => θέαμα,