Greek Meaning of luridly

τρομακτικά

Other Greek words related to τρομακτικά

Definitions and Meaning of luridly in English

Wordnet

luridly (r)

in a lurid manner

FAQs About the word luridly

τρομακτικά

in a lurid manner

οφθαλμοφανής,προσεγμένα,πλούσια,έξυπνα,εντυπωσιακός,πολύχρωμα,ευπαρουσίαστος,τολμηρά,επιδεικτικά,ανδρεία

Ανιαρά,σεμνά,άτονα,θαμπό,διακριτικά,μετριοπαθώς,διακριτικά,Αμείλικτα,αγνά,άχρωμα

lurid => φρικτός, lurg => lurg, lured => δέλεασε, lure => δόλωμα, lurdan => Καλικάντζαρος,