FAQs About the word lurker

Παρατηρητής

someone waiting in concealmentOne who lurks., A small fishing boat.

κρύβω,πλασιέ,σκάντζοχοιρος,Φίδι,κλέβω,αθλητικό παπούτσι,Νυφίτσα,πονηρός,κατάσκοπος,Κατάδιωκτης

No antonyms found.

lurked => ελοχεύει, lurk => παραμονεύω, luring => δελεαστικός, luridness => τρομακτικός, luridly => τρομακτικά,