FAQs About the word dully

θαμπό

without liveliness, without luster or shineIn a dull manner; stupidly; slowly; sluggishly; without life or spirit.

αμυδρά,ασαφής,μελαγχολικά,σκοτεινά,μελαγχολικά,σκοτεινά,σκοτεινά

φωτεινό,λαμπρά,λαμπρά,Έντυπωσιακά,Λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,λαμπερά,υπέροχα

dull-white => αμυδρά λευκό, dullsome => βαρετός, dull-sighted => Μυωπικός, dull-purple => αμυδρό πορφυρό, dullness => ανία,