Greek Meaning of darkly
σκοτεινά
Other Greek words related to σκοτεινά
- μαύρος
- απελπισμένα
- απογοητευτικά
- δυσάρεστα
- οδυνηρά
- κατσουφιασμένα
- θλιβερά
- θλιβερά
- μελαγχολικά
- ζοφερά
- χωρίς χαρά
- άθλια
- μελαγχολικά
- απαισιόδοξα
- έντονα
- μελαγχολικά
- σκυθρωπά
- αδιάφορα
- ταπεινά
- οξέως
- βασανιστικά
- πικρά
- ζοφερά
- σκληρά
- απογοητευμένος
- απελπισμένα
- απαρηγόρητα
- απογοητευμένος
- θλιβερά
- οδυνηρά
- σκληρά
- έντονα
- μελαγχολικά
- λυπημένα
- οδυνηρά
- διαπεραστικά
- παραπονιάρικα
- Συγκινητικά
- Δυστυχώς
- με δυσαρέσκεια
- με λύπη
- δυστυχώς
- σοβαρά
- Λυπημένα
- δυστυχώς
- αξιοθρήνητα
- άθλια
- οδυνηρά
- με απογοήτευση
- καταθλιμμένος
- σκληρός
- μόλις
- άρρωστος
- με πικρία
- πολύ
- αποκαρδιωμένα
- Πονεμένα
- απαρηγόρητα
- θρηνητικά
- Μακαρίως
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- με απεριόριστη ευχαρίστηση
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- ευχαρίστως
- με χαρά
- ευτυχισμένος
- χαρούμενα
- χαρούμενα
- ελαφρά
- χαρούμενα
- ανέμελα
- ανέμελα
- ήρεμα
- τυχαία
- απαθώς
- εύκολα
- θετικά
- καλοπροαίρετα
- απροσωπόληπτα
- Αδιάφορα
- χαρούμενα
- αδιάφορα
- χαρούμενα
- στοϊκά
- ηλιόλουστα
- αδιάφορα
- καλά
- χαρούμενα
Nearest Words of darkly
- darkness => σκοτάδι
- darkroom => Σκοτεινός θάλαμος
- dark-skinned => Σκουρόχρωμος/-η
- darksome => Σκοτεινός
- dark-spotted => σκουρόχρωμα στίγματα
- darling => αγαπητέ
- darling pea => αγαπητό μου μπιζέλι
- darling river => Ντάρλινγκ
- darlingtonia => Darlingtonia
- darlingtonia californica => Darlingtonia californica
Definitions and Meaning of darkly in English
darkly (r)
without light
in a dark glowering menacing manner
darkly (adv.)
With imperfect light, clearness, or knowledge; obscurely; dimly; blindly; uncertainly.
With a dark, gloomy, cruel, or menacing look.
FAQs About the word darkly
σκοτεινά
without light, in a dark glowering menacing mannerWith imperfect light, clearness, or knowledge; obscurely; dimly; blindly; uncertainly., With a dark, gloomy, c
μαύρος,απελπισμένα,απογοητευτικά,δυσάρεστα,οδυνηρά,κατσουφιασμένα,θλιβερά,θλιβερά,μελαγχολικά,ζοφερά
Μακαρίως,χαρούμενα,χαρούμενα,με απεριόριστη ευχαρίστηση,χαρούμενα,χαρούμενα,ευχαρίστως,με χαρά,ευτυχισμένος,χαρούμενα
darkling groung beetle => Σκοτεινό αποσιτοκράτορο, darkling beetle => Σκοτεινό σκαθάρι, darkling => σκοτεινό, darkle => σκοτεινιάζω, darkish => Σκοτεινός,