Greek Meaning of darkly

σκοτεινά

Other Greek words related to σκοτεινά

Definitions and Meaning of darkly in English

Wordnet

darkly (r)

without light

in a dark glowering menacing manner

Webster

darkly (adv.)

With imperfect light, clearness, or knowledge; obscurely; dimly; blindly; uncertainly.

With a dark, gloomy, cruel, or menacing look.

FAQs About the word darkly

σκοτεινά

without light, in a dark glowering menacing mannerWith imperfect light, clearness, or knowledge; obscurely; dimly; blindly; uncertainly., With a dark, gloomy, c

μαύρος,απελπισμένα,απογοητευτικά,δυσάρεστα,οδυνηρά,κατσουφιασμένα,θλιβερά,θλιβερά,μελαγχολικά,ζοφερά

Μακαρίως,χαρούμενα,χαρούμενα,με απεριόριστη ευχαρίστηση,χαρούμενα,χαρούμενα,ευχαρίστως,με χαρά,ευτυχισμένος,χαρούμενα

darkling groung beetle => Σκοτεινό αποσιτοκράτορο, darkling beetle => Σκοτεινό σκαθάρι, darkling => σκοτεινό, darkle => σκοτεινιάζω, darkish => Σκοτεινός,