Greek Meaning of blithesomely

χαρούμενα

Other Greek words related to χαρούμενα

Definitions and Meaning of blithesomely in English

blithesomely

gay sense 1, merry, gay, merry

FAQs About the word blithesomely

χαρούμενα

gay sense 1, merry, gay, merry

ανέμελα,άνετα,χαρούμενα,ζωηρά,φιλικός,ζαλισμένα,ευχαρίστως,χαρούμενα,χαρούμενα,χαμογελώντας

σκοτεινά,πολύ,άθλια,μελαγχολικά,δυστυχώς,ταπεινά,Αμείλικτα,ζοφερά,απογοητευμένος,απελπισμένα

blithering => ανοητολογία, blithered => έλεγε ασυναρτησίες, blisters => Φουσκάλες, blisteringly => ξεκάθαρος, blissed-out => ευτυχισμένος,