Greek Meaning of sternly
αυστηρά
Other Greek words related to αυστηρά
- σκληρά
- καταπιεστικά
- σοβαρά
- βάρβαρα
- σκυθρωπά
- σκληρός
- άρρωστος
- περίπου
- άκαμπτα
- έντονα
- υβριστικά
- επιθετικά
- με αυτοπεποίθηση
- κτηνώδης
- αδιάφορα
- Ψυχρά και υπολογισμένα
- αποφασιστικά
- αποφασιστικά
- σταθερά
- απότομα
- μόλις
- απάνθρωπα
- απάνθρωπα
- απάνθρωπα
- αναισθητά
- αναίσθητα
- ανελέητα
- πεισματικά
- ανελέητα
- αποφασιστικά
- ανελέητα
- αγρία
- σκληρά
- αναίσθητα
- αδυσώπητα
- ανηλεώς
- κακόβουλα
- σκληρόκαρδα
- Τυραννικά
- αναπόδεικτα
Nearest Words of sternly
- sternness => αυστηρότητα
- sternocleido mastoideus => Κεφαλοβραχιόνιος μυς
- sternocleidomastoid => Στερνοκλειδομαστοειδής
- sternocleidomastoid muscle => Στερνοκλειδομαστοειδής μυς
- sternocleidomastoid vein => Φλέβα στερνοκλειδομαστοειδούς
- sternotherus => Στερνόθερος
- sternpost => Πρύμνα
- sternum => Στέρνο
- sternutation => φτέρνισμα
- sternutative => πταρτικό
Definitions and Meaning of sternly in English
sternly (r)
with sternness; in a severe manner
FAQs About the word sternly
αυστηρά
with sternness; in a severe manner
σκληρά,καταπιεστικά,σοβαρά,βάρβαρα,σκυθρωπά,σκληρός,άρρωστος,περίπου,άκαμπτα,έντονα
απαλά,παρακαλώ,επιεικώς,ελαφρά,ερωτικά,ήπια,απαλά,τρυφερά,Φιλάνθρωπα,καλοπροαίρετα
sterninae => Στερνίνες, sterne => κήλη, sternal => στέρνο, sterna hirundo => Γλάρος, sterna => γλαρόνι,