Greek Meaning of compassionately

συμπονετικά

Other Greek words related to συμπονετικά

Definitions and Meaning of compassionately in English

Wordnet

compassionately (r)

in a compassionate manner

FAQs About the word compassionately

συμπονετικά

in a compassionate manner

με σεβασμό,με ανθρώπινο τρόπο,ευγενικά,με σύνεση,με σεβασμό,Λογικά,με προσοχή,γλυκά,με συμπαθεια,σοφά

περιφρονητικά,σκληρά,με περιφρόνηση,ασεβώς,αναμάρτητα,αγενώς,περιφρονητικά,απερίσκεπτα,κακόβουλα,αγενώς

compassionate leave => Άδεια συμπόνιας, compassionate => συμπονετικός, compassion => Συμπόνια, compass saw => Πριόνι πυξίδας, compass point => Καρδινάλιο σημείο,