FAQs About the word compatriot

Συμπατριώτης

a person from your own country

Πολίτης,συμπατριώτης,εθνικός,συμπατριώτισσα,Άνδρας της γης,εθνικιστής,πατριώτης,Αβοριγένης,Γηγενής,κάτοικος

εξωγήινος,ξένος,Αουτσάιντερ,μετανάστης

compatibly => συμβατά, compatible software => Συμβατό λογισμικό, compatible => συμβατός, compatibility => συμβατότητα, compassionateness => συμπόνια,