Greek Meaning of graciously

ευγενώς

Other Greek words related to ευγενώς

Definitions and Meaning of graciously in English

Wordnet

graciously (r)

in a gracious or graceful manner

Webster

graciously (adv.)

In a gracious manner; courteously; benignantly.

Fortunately; luckily.

FAQs About the word graciously

ευγενώς

in a gracious or graceful mannerIn a gracious manner; courteously; benignantly., Fortunately; luckily.

παρακαλώ,ωραία,Προσεκτικά,προσεκτικά,ευγενικά,ευγενικά,λογικά,καλά,ιπποτικά,συμπονετικά

περιφρονητικά,σκληρά,με περιφρόνηση,ασεβώς,αναμάρτητα,αγενώς,περιφρονητικά,απερίσκεπτα,αγενώς,απάνθρωπα

gracious => φιλεύσπλαχνος, gracing => διακοσμώντας, gracillent => λεπτός, gracillariidae => Γρασιλλαρίδες, gracility => χάρη,