FAQs About the word gradable

διαβαθμισμένος

capable of being graded (for quality or rank or size etc.)

κεφάλαιο,βαθμός,ίντσα,φάση,τόπος,σημείο,στάδιο,βήμα,ποσό,κόβω

εκτροπή,ανωμαλία,εκτροπή

grad student => Μεταπτυχιακός φοιτητής, grad school => μεταπτυχιακή σχολή, grad => απόφοιτος, gracula religiosa => Κοινός μύνα, gracula => Κοτσύφης,