Greek Meaning of politely
ευγενικά
Other Greek words related to ευγενικά
- αλαζονικά
- τολμηρά
- τολμηρά
- θρασύτατα
- αδιάντροπα
- περιφρονητικά
- με υπεροψία
- πειραγμένα
- αυστηρά
- υπεροπτικά
- επιβλητικά
- αυθαίρετα
- επιτηδευμένα
- περήφανα
- περιφρονητικά
- περιφρονητικά
- υπερήφανα
- αγενώς
- με περιφρόνηση
- ασεβώς
- ατρόμητα
- αναίδεια
- απερίσκεπτα
- απερίσκεπτα
- αγενώς
- θρασυδειλά
- με υπεροψία
- με θράσος
- αγενής
- αναίδεια
- αγενώς
- αγενώς
- με ύφος ανωτερότητας
Nearest Words of politely
- politeness => ευγένεια
- politesse => ευγένεια
- politic => Πολιτική
- political => πολιτικός
- political action committee => Πολιτική επιτροπή δράσης
- political arena => Πολιτική σκηνή
- political boss => Πολιτικός αφεντικός
- political campaign => πολιτική εκστρατεία
- political commissar => Πολιτικός επίτροπος
- political contribution => πολιτική συνεισφορά
Definitions and Meaning of politely in English
politely (r)
in a polite manner
politely (adv.)
In a polished manner; so as to be smooth or glossy.
In a polite manner; with politeness.
FAQs About the word politely
ευγενικά
in a polite mannerIn a polished manner; so as to be smooth or glossy., In a polite manner; with politeness.
ευγενικά,ευγενικά,με σεβασμό,ντροπαλά,δειλά,διστακτικά,φοβισμένα,υποτακτικά,δειλά,δειλά
αλαζονικά,τολμηρά,τολμηρά,θρασύτατα,αδιάντροπα,περιφρονητικά,με υπεροψία,πειραγμένα,αυστηρά,υπεροπτικά
polite => ευγενικός, politburo => Πολιτικό Γραφείο, polistes annularis => Σφήκα, polistes => Πόλιστες, polissoir => λειαντήρας,