Greek Meaning of impolitely

αγενής

Other Greek words related to αγενής

Definitions and Meaning of impolitely in English

Wordnet

impolitely (r)

in an impolite manner

FAQs About the word impolitely

αγενής

in an impolite manner

απότομα,κοφτά,απότομα,σύντομα,αναμάρτητα,αγενώς,έντονα,απρεπώς,ειλικρινά,απότομα

ευγενικά,ευγενικά,διπλωματικά,ευγενικά,διακριτικά,εκτενώς,πολυλογίας,απατηλά,εσφαλμένα,ψευδώς

impolite => αγενής, impolicy => Αντιπολιτική, impolarly => μη πολικά, impolarily => μη πολικά, impoisonment => δηλητηρίαση,