FAQs About the word circuitously

ελικοειδώς

having a circular or winding course, not saying what one means in simple and sincere language, not being forthright or direct in language or action

κατ' επιβουλήν,έμμεσα,κυμαινόμενα

άμεσο,άμεσα,οφειλόμενος,δεξιά,ίσιος,νεκρός,κατακόρυφος,αμέσως,σε ευθεία γραμμή,παχουλός

circuiting => κυκλοφορία, circuited => κυκλωμένος, circuit judges => δικαστές περιφερείας, circuit judge => Περιφερειακός δικαστής, circlets => κύκλοι,