Greek Meaning of modestly
μετριοπαθώς
Other Greek words related to μετριοπαθώς
- αλαζονικά
- τολμηρά
- τολμηρά
- θρασύτατα
- αδιάντροπα
- περιφρονητικά
- με υπεροψία
- πειραγμένα
- αυστηρά
- υπεροπτικά
- επιβλητικά
- αυθαίρετα
- επιτηδευμένα
- περήφανα
- περιφρονητικά
- περιφρονητικά
- υπερήφανα
- με περιφρόνηση
- ασεβώς
- ατρόμητα
- αναίδεια
- απερίσκεπτα
- απερίσκεπτα
- αγενώς
- θρασυδειλά
- με υπεροψία
- με θράσος
- αγενώς
- αγενής
- αναίδεια
- αγενώς
- αγενώς
- με ύφος ανωτερότητας
Nearest Words of modestly
- modest petrovich mussorgsky => Μοντέστ Πέτροβιτς Μουσόργκσκι
- modest petrovich moussorgsky => Μοντέστ Πετρόβιτς Μουσόργκσκι
- modest mussorgsky => Μοντέστ Μουσόργκσκι
- modest moussorgsky => Μοντέστ Μουσόργκσκι
- modest => σεμνός
- modernness => μοντερνισμός
- modernly => σύγχρονα
- modernizing => εκσυγχρονίζω
- modernizer => εκσυγχρονιστής
- modernized => μοντέρνος
Definitions and Meaning of modestly in English
modestly (r)
with modesty; in a modest manner
modestly (adv.)
In a modest manner.
FAQs About the word modestly
μετριοπαθώς
with modesty; in a modest mannerIn a modest manner.
με σεβασμό,ταπεινά,ταπεινά,ευγενικά,δειλά,ταπεινά,φοβισμένα,ταπεινός,κακά,υποτακτικά
αλαζονικά,τολμηρά,τολμηρά,θρασύτατα,αδιάντροπα,περιφρονητικά,με υπεροψία,πειραγμένα,αυστηρά,υπεροπτικά
modest petrovich mussorgsky => Μοντέστ Πέτροβιτς Μουσόργκσκι, modest petrovich moussorgsky => Μοντέστ Πετρόβιτς Μουσόργκσκι, modest mussorgsky => Μοντέστ Μουσόργκσκι, modest moussorgsky => Μοντέστ Μουσόργκσκι, modest => σεμνός,