Greek Meaning of modifiability
δυνατότητα τροποποίησης
Other Greek words related to δυνατότητα τροποποίησης
Nearest Words of modifiability
- modicum => λίγο
- modicity => μετριότητα
- modi => Μόντι
- modesty => σεμνότητα
- modestness => μετριοφροσύνη
- modestly => μετριοπαθώς
- modest petrovich mussorgsky => Μοντέστ Πέτροβιτς Μουσόργκσκι
- modest petrovich moussorgsky => Μοντέστ Πετρόβιτς Μουσόργκσκι
- modest mussorgsky => Μοντέστ Μουσόργκσκι
- modest moussorgsky => Μοντέστ Μουσόργκσκι
- modifiable => τροποποιήσιμος
- modificable => Τροποποιήσιμος
- modificate => Τροποποιώ
- modification => Τροποποίηση
- modificative => τροποποιητικό
- modificatory => τροποποιητικός
- modified => τροποποιημένο
- modified american plan => Τροποποιημένο αμερικανικό σχέδιο
- modified radical mastectomy => Τροποποιημένη ριζική μαστεκτομή
- modifier => τροποποιητής
Definitions and Meaning of modifiability in English
modifiability (n.)
Capability of being modified; state or quality of being modifiable.
FAQs About the word modifiability
δυνατότητα τροποποίησης
Capability of being modified; state or quality of being modifiable.
παραποιώ,πληροί τις προϋποθέσεις,παραποιώ,χρώμα,[παραμορφωμένο],αναφέρω λανθασμένα,στενός,στρέφω,παραμόρφωση
διευρύνω,επεκτείνω,διευρύνω
modicum => λίγο, modicity => μετριότητα, modi => Μόντι, modesty => σεμνότητα, modestness => μετριοφροσύνη,