Greek Meaning of decorously
ευπρεπώς
Other Greek words related to ευπρεπώς
Nearest Words of decorously
Definitions and Meaning of decorously in English
decorously (r)
in a proper and decorous manner
FAQs About the word decorously
ευπρεπώς
in a proper and decorous manner
αγνά,αξιοπρεπώς,σωστά,ευσυνείδητα,αθώα,μετριοπαθώς,ηθικά,Με τυπικότητα,δίκαια,Πολύ σεμνά
κακά,Ανήθικα,αμαρτωλά,αγενώς,πονηρά,απρεπώς,λαγνικά,αισχρά,ανήθικα,ακάθαρτα
decorous => ευπρεπής, decorement => διακόσμηση, decore => διακόσμηση, decorator => Διακοσμητής, decorativeness => διακοσμητικότητα,