FAQs About the word immorally

Ανήθικα

without regard for moralityIn an immoral manner; wickedly.

ανέντιμα,παράνομα,ανήθικα,ύπουλα,άτιμα

Καθαρός,Καθαρά,ηθικά,δίκαιο,Αρκετά,Νομικά,ηθικά,εντίμως,ευγενώς,με ευγενή τρόπο

immorality => Ανηθικότητα, immoralities => ανηθικότητες, immoral => ανήθικος, immomentous => ασήμαντος, immoment => εφήμερος ,