FAQs About the word immortality

αθανασία

the quality or state of being immortal, perpetual life after deathThe quality or state of being immortal; exemption from death and annihilation; unending exista

αιωνιότητα,μετά θάνατον ζωή,από εδώ και στο εξής,μεταθανάτια ζωή,πέρα από,Υπερκόσμιος

No antonyms found.

immortalities => αθανασίες, immortalist => αθάνατος, immortalise => απαθανατίζω, immortal => αθάνατος, immorigerous => Αδιάφορος,