FAQs About the word purely

αποκλειστικά

restricted to something

αγνά,αθώα,ηθικά,σωστά,αξιοπρεπώς,μετριοπαθώς,δίκαια,ευσυνείδητα,ευπρεπώς,καθωσπρέπει

κακά,Ανήθικα,αμαρτωλά,αγενώς,πονηρά,ακάθαρτα,απρεπώς,ανήθικα,λαγνικά,αισχρά

puree => πουρές, purebred => καθαρόαιμος, pureblooded => καθαρόαιμος, pureblood => αυθεντικός, pure tone => Καθαρός τόνος,