FAQs About the word impurely

ακάθαρτα

In an impure manner.

κακά,ανήθικα,αμαρτωλά,πονηρά,Ανήθικα,απρεπώς,αγενώς,λαγνικά,αισχρά,επιθυμητικά

αγνά,αθώα,μετριοπαθώς,ηθικά,σωστά,αποκλειστικά,δίκαια,ευσυνείδητα,αξιοπρεπώς,ευπρεπώς

impure => Ακάθαρτος, impuration => ακαθαρσία, impunity => ατιμωρησία, impunibly => ατιμώρητα, impune => ατιμώρητα,