Greek Meaning of lasciviously
λαγνικά
Other Greek words related to λαγνικά
Nearest Words of lasciviously
- lasciviousness => ακολασία
- lasek => Λέιζερ επιθηλιακή κερατεκτομή
- laser => λέιζερ
- laser beam => Δέσμη λέιζερ
- laser printer => Εκτυπωτής λέιζερ
- laser trabecular surgery => Λέιζερ λοβοχειλεκτομή
- laser-assisted in situ keratomileusis => Διαθλαστική χειρουργική κερατοεπιπεδόπλαστική με χρήση λέιζερ
- laser-assisted subepithelial keratomileusis => Υποεπιθηλιακή κερατομιλεόλυση με τη βοήθεια λέιζερ
- laserwort => Laserwort
- lash => Μάστιγα
Definitions and Meaning of lasciviously in English
lasciviously (r)
in a lascivious manner
FAQs About the word lasciviously
λαγνικά
in a lascivious manner
αισχρά,επιθυμητικά,κακά,απρεπώς,ανήθικα,αγενώς,πονηρά,Ανήθικα,αμαρτωλά
αγνά,αθώα,μετριοπαθώς,ηθικά,σωστά,αποκλειστικά,δίκαια,ευσυνείδητα,αξιοπρεπώς,ευπρεπώς
lascivient => άσεμνος, lasciviency => ακολασία, lascious => λαγνικός, lascaux => Λασκώ, lascar => λασκάρ,