FAQs About the word primly

Με τυπικότητα

in a prissy manner

αξιοπρεπώς,ευπρεπώς,καθωσπρέπει,σωστά,Πολύ σεμνά,αγνά,αθώα,μετριοπαθώς,ηθικά,δίκαια

κακά,Ανήθικα,αμαρτωλά,αγενώς,πονηρά,απρεπώς,λαγνικά,αισχρά,ανήθικα,ακάθαρτα

primitivism => πρωτογονισμός, primitiveness => πρωτόγονη, primitively => πρωτόγονα, primitive person => πρωτόγονος άνθρωπος, primitive art => Πρωτόγονη τέχνη,