FAQs About the word evilly

κακά

in a wicked evil mannerIn an evil manner; not well; ill.

αμαρτωλά,πονηρά,Ανήθικα,απρεπώς,ανήθικα,αγενώς,ακάθαρτα,λαγνικά,αισχρά,επιθυμητικά

αγνά,αθώα,μετριοπαθώς,ηθικά,σωστά,αποκλειστικά,δίκαια,ευσυνείδητα,αξιοπρεπώς,ευπρεπώς

evil-looking => Κακός, evil-favored => Κακός, evil-eyed => κακό μάτι, evildoing => Κακία, evildoer => κακούργος,