Greek Meaning of evinced

φανερώθηκε

Other Greek words related to φανερώθηκε

Definitions and Meaning of evinced in English

Webster

evinced (imp. & p. p.)

of Evince

FAQs About the word evinced

φανερώθηκε

of Evince

επιδεικνυόμενος,εμφανίζεται,εκδηλώθηκε,αποκάλυψε,έδειξε,προδομένος/η,επικοινώνησε,Δηλωθεί,εκτεθειμένο,φαινόταν

διέψευσε,μεταμφιεσμένος,Διαστρεβλωμένο,παραποιημένος,Στριμμένο,καμουφλαρισμένο,κρυμμένο,καλυμμένος,παραποιημένα,Κρυμμένος

evince => εκδηλών, evilness => κακία, evil-minded => κακόβουλος, evilly => κακά, evil-looking => Κακός,