Greek Meaning of aired
αερίστηκε
Other Greek words related to αερίστηκε
- διαφημισμένο
- ανακοινώθηκε
- μετάδοση
- Δηλωθεί
- Αποκαλύφθηκε
- προμηνυόμενος
- αναρτημένος
- διακήρυξε
- ανακοινώθηκε
- δημοσιοποιημένο
- δημοσιευμένα
- τρέχων
- αποκαλυπτόμενη
- διαδεδομένος
- διαδεδομένος
- κοινός
- αταξινόμητος
- γνωστός
- ευρέως διαδεδομένος
- μη ταξινομημένα
- πρόβαλε
- κοινοτικός
- γενικός
- ανοιχτό
- δημοφιλής
- Δημόσιος
- αναφέρθηκε
- φημισμένος
- φημολογείται
Nearest Words of aired
Definitions and Meaning of aired in English
aired (s)
open to or abounding in fresh air
aired (imp. & p. p.)
of Air
FAQs About the word aired
αερίστηκε
open to or abounding in fresh airof Air
διαφημισμένο,ανακοινώθηκε,μετάδοση,Δηλωθεί,Αποκαλύφθηκε,προμηνυόμενος,αναρτημένος,διακήρυξε,ανακοινώθηκε,δημοσιοποιημένο
ταξινομημένος,εμπιστευτικός,ιδιωτικό,τουαλέτα,μυστικό,Αποκάλυπτο,κρυφός,συνεργατικός,συνωμοσιολογικός,κρυμμένος
aire river => Αέρ, aire => αέρας, air-dry => στεγνώνω στον αέρα, air-drop => ρίψη από αέρος, airdrop => αεροπορική μεταφορά,