Greek Meaning of divulged

αποκαλυπτόμενη

Other Greek words related to αποκαλυπτόμενη

Definitions and Meaning of divulged in English

Webster

divulged (imp. & p. p.)

of Divulge

FAQs About the word divulged

αποκαλυπτόμενη

of Divulge

διαφημισμένο,αερίστηκε,ανακοινώθηκε,μετάδοση,Δηλωθεί,Αποκαλύφθηκε,προμηνυόμενος,αναρτημένος,διακήρυξε,ανακοινώθηκε

ταξινομημένος,εμπιστευτικός,ιδιωτικό,τουαλέτα,μυστικό,Αποκάλυπτο,κρυφός,συνεργατικός,κρυμμένο,συνωμοσιολογικός

divulge => αποκαλύπτω, divulgation => αποκάλυψη, divulgater => διαφωτιστής, divulgate => αποκαλύπτω, divot => λοφίδιο,