Greek Meaning of declared
Δηλωθεί
Other Greek words related to Δηλωθεί
- ομολογημένος
- ορισμένος
- σαφής
- εκφράζω
- δηλωμένο
- αναμφισβήτητος
- κατηγορηματικός
- κατηγορηματικός
- βέβαιος
- σαφής
- ολοκληρωμένο
- ολοκληρωμένο
- οριστικός
- εξαντλητικός
- συγκεκριμένος
- σίγουρα
- αναμφίβολος
- μονοσήμαντος
- αδιαμφισβήτητος
- σαφής
- κατανοητός
- άμεσο
- διακριτός
- ακριβές
- γεμάτος
- Κατανοητός
- κυριολεκτικός
- Σαφής
- απλός
- ακριβής
- απλός
- κατανοητός
- καλά καθορισμένο
Nearest Words of declared
Definitions and Meaning of declared in English
declared (a)
made known or openly avowed
declared (s)
declared as fact; explicitly stated
declared (imp. & p. p.)
of Declare
FAQs About the word declared
Δηλωθεί
made known or openly avowed, declared as fact; explicitly statedof Declare
ομολογημένος,ορισμένος,σαφής,εκφράζω,δηλωμένο,αναμφισβήτητος,κατηγορηματικός,κατηγορηματικός,βέβαιος,σαφής
ασαφής,έμμεσος,σιωπηρός,εξαγόμενο,ελικοειδής,σκοτεινός, -ή, -ό,αμφίβολος,εσφαλμένος,Αόριστος,ασαφής
declare oneself => δηλώσει τον εαυτό του, declare => _δηλώνω_, declaratory sentence => Δήλωση, declaratory => δηλωτικός, declaratorily => δηλωτικά,